ἑνοποιεῖ

ἑνοποιεῖ
ἑνοποιέω
combine in one
pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic)
ἑνοποιέω
combine in one
pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • δάφνι — Μοναστήρι χτισμένο δίπλα στην αρχαία Ιερά Οδό που οδηγούσε στην Ελευσίνα, περίφημο για την εκκλησία με τα ψηφιδωτά της. Από το παλαιοχριστιανικό μοναστήρι, που είχε επιβλητικές διαστάσεις, σώζεται ένα μέρος του περιβόλου, τα θεμέλια των δύο… …   Dictionary of Greek

  • δαφνί — Μοναστήρι χτισμένο δίπλα στην αρχαία Ιερά Οδό που οδηγούσε στην Ελευσίνα, περίφημο για την εκκλησία με τα ψηφιδωτά της. Από το παλαιοχριστιανικό μοναστήρι, που είχε επιβλητικές διαστάσεις, σώζεται ένα μέρος του περιβόλου, τα θεμέλια των δύο… …   Dictionary of Greek

  • φιλοσοφία — Ο όρος, που σημαίνει αγάπη της σοφίας, αναφέρεται για πρώτη φορά στον Πυθαγόρα. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, και μεταξύ αυτών ο Κικέρων και ο Διογένης Λαέρτιος, αφηγούνται ότι ο Πυθαγόρας, διατρέχοντας την Ελλάδα, έφτασε στον Φλιούντα, όπου ο Λέων …   Dictionary of Greek

  • Γρηγοριανό μέλος — Όρος με τον οποίο υποδηλώνεται ολόκληρος ο μουσικός πολιτισμός της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας, που άνθησε ακόμα και πριν από τον πάπα Γρηγόριο Α’ τον Μέγα, και συνεχίστηκε έως την υστερομεσαιωνική περίοδο. Το Γ.μ. είναι αυστηρά μονοφωνικό και… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Πλωτίνος — (Λυκόπολις, Αίγυπτος 205 – Ρώμη 270). Έλληνας φιλόσοφος, είναι ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος της νεοπλατωνικής σχολής. Μαθητής του Αμμώνιου Σακκά στην Αλεξάνδρεια, συνόδευσε τον αυτοκράτορα Γορδιανό Γ’ στην εκστρατεία του εναντίον των Περσών, για να… …   Dictionary of Greek

  • «АРЕОПАГИТИКИ» — [лат. Сorpus Areopagiticum Ареопагитский корпус], собрание богословских текстов на греч. языке, приписывавшееся св. Дионисию Ареопагиту. Проблема авторства Сборник, получивший название «А.», до нач. VI в. не был известен. Впервые вслед за Севиром …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”